Ψυχολόγος Υγείας (MSc)
Σωματική & Gestalt Ψυχοθεραπεύτρια (ECP)

Πως βιώνουν τα παιδιά το θάνατο;

Τα παιδιά έχουν εξαρχής πολλούς φόβους και ανησυχίες για τους οποίους εν μέρει ευθύνεται το περιβάλλον. Όμως κατά ένα άλλο μέρος, δεν ευθύνεται κανένας –είναι απλά μέρος της ψυχολογικής εξέλιξης. Περίπου στα 6 τους χρόνια, τα παιδιά μπορούν να συλλάβουν για πρώτη φορά τι σημαίνει θάνατος και ότι και τα ίδια απειλούνται απ’ αυτόν.

Αυτή η συνειδητοποίηση δημιουργεί φόβο, ανεξάρτητα απ’ το αν τα παιδιά έχουν ήδη γνωρίσει το θάνατο.

Τα παιδιά αισθάνονται το φόβο των ενηλίκων και δημιουργούν την πεποίθηση ότι αυτό το θέμα είναι απαγορευμένο και κανείς δεν πρέπει να μιλάει γι’ αυτό. Έτσι χάνουν την ευκαιρία να έρθουν σε επαφή με το θέμα του αποχωρισμού και να προετοιμαστούν για την περίπτωση που ένα αγαπημένο πρόσωπο ή ζώο πεθάνει. Όμως μ’ αυτή την τακτική ο θάνατος γίνεται θέμα ταμπού.

Τα παιδιά χρειάζονται τη δυνατότητα να εξοικειωθούν με τα συναισθήματα λύπης και θυμού, να θέσουν ερωτήσεις και ν’ αποκτήσουν τις δικές τους εμπειρίες. Αυτή είναι μια καλή ευκαιρία να συζητήσει ο γονέας μαζί τους τον σκοπό, την αιτία και το πως συμβαίνει ο θάνατος. Οι γονείς χρειάζεται να επεξεργαστούν τους δικούς τους φόβους ώστε να μπορούν να υποστηρίξουν τα παιδιά στις ερωτήσεις τους και στη διαδικασία της λύπης τους.

Οι μεταπτώσεις της διάθεσης στην περίοδο της λύπης

Τα παιδιά πενθούν με εντελώς διαφορετικό τρόπο απ’ τους ενήλικες. Συνήθως δεν μπορούν να κρατήσουν τη λύπη τους. Οι μεταπτώσεις στη διάθεσή τους είναι συχνές και πολλές φορές απότομες.

Δεν μπορούμε να προβλέψουμε πόσο θα κρατήσει συνολικά η φάση της λύπης. Εξαρτάται απ’ το πόσο κοντινό ήταν το πρόσωπο ή το ζώο, για το οποίο πενθεί το παιδί. Εξαρτάται ακόμη από την ηλικία του παιδιού και από την υποστήριξη που παίρνει από το περιβάλλον του. Πάντως μέχρι να ολοκληρωθεί η φάση του πένθους, περνάει από διαφορετικά στάδια. Μετά το πρώτο, σχετικά σύντομο αλλά έντονο, διάστημα της λύπης, ακολουθεί μια φάση ανάτασης των συναισθημάτων κατά την οποία όλα φαίνονται να έχουν ξεπεραστεί. Τα παιδιά –αλλά συχνά και οι ενήλικες- χρειάζονται μια περίοδο ανάπαυλας, κατά την οποία προσπαθούν να ξαναγυρίσουν στην καθημερινότητα και να στραφούν προς τη ζωή. Έτσι το παιδί είναι καλά αλλά αυτό διαρκεί λίγο γιατί ακολουθεί μια επόμενη φάση λύπης που διαρκεί συνήθως περισσότερο. Το παιδί βυθίζεται πάλι στις σκέψεις και στη λύπη του. Αρχίζει να καταλαβαίνει ότι δεν μπορεί να υπάρξει νέα αρχή, αν δεν ολοκληρωθεί ο αποχωρισμός.

Είναι απαραίτητο να δίνουμε στα παιδιά τη δυνατότητα να αντέχουν τον αποχωρισμό και να τα διευκολύνουμε να τον αποδεχτούν. Να τα βοηθήσουμε να καταλάβουν ότι ο αποχωρισμός είναι μέρος μια νέας αρχής, ότι ο θάνατος είναι μέρος της ζωής, χωρίς να καταπνίγουμε ή να εξιδανικεύουμε τα συναισθήματά μας. Είναι πολύ σημαντικό να κατανοήσουν τα παιδιά ότι ο θάνατος αφορά όλους τους ανθρώπους και αποτελεί την κοινή τους μοίρα.

Παιδιά έως 3 ετών

Τα παιδιά αυτής της ηλικίας δεν μπορούν να ξεκινήσουν με τη λέξη «θάνατος». Ασχολούνται κυρίως με τη γέννηση και την ύπαρξη των ανθρώπων.

Αντιλαμβάνονται το θάνατο με την έννοια της απομάκρυνσης, ότι τα άφησαν μόνα τους. Νιώθουν φόβο για τους αποχωρισμούς γιατί θέλουν να ξέρουν ότι ο ενήλικας που τα φροντίζει θα είναι πλάι τους. Συχνά τα μικρά παιδιά βιώνουν την απομάκρυνση των ενηλίκων σαν τιμωρία, επειδή έκαναν κάτι που οι ενήλικες δεν ενέκριναν. Έτσι, είναι σημαντικό, όταν τα παιδιά αυτής της ηλικίας έρχονται αντιμέτωπα με το θάνατο, να τα καθησυχάζουμε ότι, για παράδειγμα, δεν ευθύνονται αυτά για το θάνατο της γιαγιάς.

Ο θάνατος σχετίζεται με την ακινησία και τα παιδιά θέλουν, μέσα απ’ το παιχνίδι και τη μίμηση, να προσπαθήσουν να βιώσουν τι ακριβώς σημαίνει αυτή η πρωτόγνωρη κατάσταση. Αυτό όμως που δεν μπορεί να βιώσει ούτε να κατανοήσει τα παιδιά αυτής της ηλικίας, είναι το οριστικό του θανάτου. Επιπλέον, θεωρούν τους ενήλικες παντοδύναμους, αφού μπορούν να κάνουν όσα εκείνο δεν μπορεί. Η απώλεια των δυνάμεων που επέρχεται με το θάνατο τους προκαλεί φόβο. Συνειδητοποιούν ότι οι ενήλικες δεν είναι πια παντοδύναμοι και έτσι νιώθουν πλέον ότι οι γονείς τους δεν είναι σε θέση να το προστατεύσουν απόλυτα ότι κι αν του συμβεί.

Παιδιά 4 έως 5 ετών

Σ’ αυτή την ηλικία τα πάντα τα θεωρούν ζωντανά στον κόσμο: το αρκουδάκι τους, το αυτοκινητάκι και τα λουλούδια στον κήπο, όλα έχουν ζωή, γι’ αυτό και μιλάνε μαζί τους. Παράλληλα αρχίζουν να ενδιαφέρονται για το θάνατο. Όταν θυμώσουν με άλλα παιδιά ή με μεγάλους, συχνά λένε «Μακάρι να πέθαινες!». Μ’ αυτό εννοούν: «Θέλω να φύγεις μακριά για να μη με κάνεις άλλο να θυμώνω».

Ο θάνατος σ’ αυτή την ηλικία συνδέεται κυρίως με τα γηρατειά και τη αρρώστια ή με τον πόλεμο και άλλες καταστάσεις βίας. Τα παιδιά σχετίζουν το θάνατο με την ακινησία, το σκοτάδι, τον ύπνο, την έλλειψη αναπνοής ή τροφής, αλλά μόνο προσωρινά. Δεν μπορούν να κατανοήσουν τη διαφορά ανάμεσα στο προσωρινό και το οριστικό. Δεν μπορούν να κατανοήσουν ότι κάτι που έχει ζωή σήμερα, δεν υπήρχε πριν και ότι μετά από καρό δεν θα υπάρχει. Ούτε μπορούν να αποδεχτούν συναισθηματικά έναν οριστικό αποχωρισμό από τα αγαπημένα τους πρόσωπα. Ένας τέτοιος θάνατος είναι ο χειρότερος φόβος τους. Μετά από μια τέτοια εμπειρία, τα παιδιά συχνά φοβούνται να πέσουν για ύπνο, φοβούνται το σκοτάδι και δεν θέλουν να είναι μόνα τους. Επειδή δεν είναι σίγουρο ότι ο μπαμπάς ή η μαμά θα ξανάρθει, δεν θέλουν απομακρυνθούν από κοντά τους, ούτε καν να κοιμηθούν.

Γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικό οι ενήλικες να προσέχουν ποιες λέξεις χρησιμοποιούν όταν μιλάνε για το θάνατο. Δεν λέμε «Η γιαγιά κοιμήθηκε» αλλά «Η γιαγιά είναι πεθαμένη για πάντα. Αν χρησιμοποιούμε τον ύπνο για να μιλήσουμε για το θάνατο, τα παιδιά μπορεί να συνδέσουν το φόβο του θανάτου με το φόβο του ύπνου. Ποιος τα βεβαιώνει ότι θα ξυπνήσουν σίγουρα;

Ένα άλλο θέμα που μπερδεύει τα παιδιά είναι η αντίφαση που δημιουργείται ανάμεσα στην τελετουργία της ταφής και στην πίστη για τη μεταθανάτια ζωή. Τους λέμε ότι το σώμα της γιαγιάς μπαίνει μέσα στη γη, επιστρέφει σ’ αυτήν και αποσυντίθεται και την ταυτόχρονα τους λέμε ότι η γιαγιά πήγε στον ουρανό. Χρειάζεται να το εξηγήσουμε αυτό στα παιδιά και να τους επιτρέψουμε να σχηματίσουν μόνα τους μια εικόνα για το βασίλειο των νεκρών, Αφήστε να σας διηγηθούν εκείνα τι εικόνα σχημάτισαν, για να καταλάβετε καλύτερα τις ελπίδες, τις επιθυμίες και τους φόβους τους.

Συνοψίζοντας, τα παιδιά προσχολικής ηλικίας δεν μπορούν να κατανοήσουν ούτε να νιώσουν το θάνατο σαν οριστικό αποχωρισμό από τη ζωή. Δυσκολεύονται να κατανοήσουν ότι ο θάνατος:

  • Αφορά όλους τους ανθρώπους.
  • Είναι αναπόφευκτος.
  • Είναι οριστικός.

Παιδιά 6 ετών περίπου

Σ’ αυτή τη φάση τα παιδιά αρχίζουν να συλλαμβάνουν το θάνατο σαν κάτι οριστικό και αμετάκλητο. Η σκέψη τους έχει τη δυνατότητα να διαχειρίζεται αφηρημένες έννοιες. Παράλληλα, τώρα φοβάται νέα πράγματα γιατί αντιλαμβάνεται και η δική του ζωή έχει τέλος και δεν είναι αιώνια. Έτσι αναπτύσσει μεγάλο ενδιαφέρον για το θάνατο και ιδιαίτερα για τα συναισθήματα που προκαλεί. Όσο πιο ανοιχτό μπορεί να είναι το παιδί στους ενήλικες γι’ αυτό, τόσο λιγότερο αντιμετωπίζει το θέμα σαν ταμπού.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

(Το άρθρο είναι βασισμένο στο βιβλίο «Η Γιαγιά πήγε στον ουρανό;» του Heike Baum.)

Όροι και Προϋποθέσεις Αναδημοσίευσης Περιεχομένου

Συγγραφέας άρθρου: Παναγιώτα Δ. Κυπραίου Ψυχολόγος Υγείας (MSc) - Σωματική & Gestalt Ψυχοθεραπεύτρια (ECP) - Επόπτρια Σωματικής Ψυχοθεραπείας - Συντονίστρια Σχολών Γονέων  https://www.psychotherapeia.net.gr