Τουλάχιστον ένας από τους γονείς Υστερικού χαρακτήρα [1] έχει «εκμεταλλευτεί» τη φυσιολογική σεξουαλικότητα του παιδιού και έχει «χρησιμοποιήσει» το παιδί ως σεξουαλικό αντικείμενο, όχι απαραίτητα με τη σωματική ή κυριολεκτική σεξουαλική έννοια, ενώ ο άλλος γονέας είναι συχνά ψυχρός, απόμακρος ή τιμωρητικός, ιδιαίτερα σε σχέση με τη σεξουαλικότητα.
Έτσι, το παιδί προδίδεται, ταυτόχρονα «σεξουαλοποιείται» και στερείται τη δυνατότητα να νιώσει οργή γι’ αυτό ή να αναγνωρίσει ότι συνέβη. Αυτό «δημιουργεί» ένα παιδί που μπορεί ταυτόχρονα να έχει εμμονή με το σεξ και να είναι σε άρνηση γι’ αυτό.
Ανάλογα με την ηλικία στην οποία συνέβη η αρχική κακοποίηση, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε διάφορα θέματα ψυχικής υγείας ή σεξουαλικά προβλήματα ή και στα δύο, και ειδικότερα, σε ουσιαστικά ζητήματα εμπιστοσύνης.
Αν σε προδώσει ένας από τους ανθρώπους που φυσιολογικά θα έπρεπε να εμπιστευτείς, τότε ποιον μπορείς να εμπιστευτείς; «Η αξία μου εξαρτάται από τη σεξουαλικότητα και την ελκυστικότητά μου. Δεν μπορώ να αγαπήσω. Πρέπει να γίνω πιο ελκυστική/ός. Αν αγαπήσω ολοκληρωτικά, θα με απορρίψουν ή θα ντροπιαστώ ή θα πληγώσω τους γονείς μου».
Τέτοια άτομα συχνά εμφανίζουν σεξουαλικοποιημένες, παρορμητικές συμπεριφορές στις σχέσεις, συχνά με απουσία πραγματικού συναισθήματος.
Ο υστερικός χαρακτήρας αισθάνεται τον εαυτό του ως ένα μικρό, φοβισμένο, ελαττωματικό παιδί που αντεπεξέρχεται όσο καλά μπορεί (να περιμένει κανείς από ένα τέτοιο παιδί) σε έναν κόσμο που κυριαρχείται από ισχυρούς και «εξωγήινους».
Αν και αυτά τα άτομα μπορεί να θεωρηθούν ως ελεγκτικοί και χειριστικοί, η υποκειμενική τους κατάσταση είναι ακριβώς το αντίθετο. Οι χειρισμοί τους είναι δευτερεύοντες στην προσπάθειά τους για ασφάλεια και αποδοχή. Προσπαθούν να πετύχουν ένα επίπεδο ασφάλειας σε έναν τρομακτικό κόσμο, να σταθεροποιήσουν την αυτοεκτίμησή τους, να εξοικειωθούν με τα τρομακτικά ενδεχόμενα προκαλώντας τα, να εκφράσουν ασυνείδητη εχθρότητα ή κάποιο συνδυασμό αυτών.
Η αυτοεκτίμηση τους συχνά εξαρτάται από το να πετυχαίνουν κατ' επανάληψη την αίσθηση ότι έχουν τόσο κύρος και δύναμη όσο και τα άτομα που φοβούνται. Αυτή την αίσθηση έχουν οι ακόλουθοι που εξιδανικεύουν καλλιτέχνες ή πολιτικούς. Ένας άλλος τρόπος με τον οποίο οι υστερικοί χαρακτήρες αποκτούν αυτοεκτίμηση είναι μέσω δράσεων παροχής φροντίδας και διάσωσης.
Το φαινόμενο των γλυκών, ζεστών, στοργικών θηλυκών που ερωτεύονται αρπακτικά, καταστροφικά αρσενικά με την ελπίδα να τα «σώσουν» είναι ακατανόητο αλλά γνώριμο σε όσους συνδέονται με υστερικές νεαρές γυναίκες. Η αδυναμία να αισθανθεί δύναμη ως γυναίκα είναι χαρακτηριστικό θέμα στην υστερική γυναικεία προσωπικότητα.
Επειδή οι ετεροφυλόφιλες γυναίκες με υστερική δυναμική αισθάνονται ότι η μόνη ισχύς στη θηλυκότητα είναι η σεξουαλική ελκυστικότητα, μπορεί να υπερεπενδύουν στην εμφάνισή τους και να τρομάζουν στην ιδέα των γηρατειών.
Οποιοσδήποτε πελάτης με υστερική τάση χρειάζεται να ενθαρρυνθεί να αναπτύξει άλλους τομείς εκτός από την ελκυστικότητα, για να αποκτήσει αυτοεκτίμηση και να αντισταθμίσει την τάση προς τη ματαιοδοξία και τη σαγηνευτικότητα.
Οι υστερικά δομημένοι άνθρωποι δεν είναι εσωτερικά κενοί και αδιάφοροι. Γοητεύουν τους άλλους όχι επειδή λαχταρούν την προσοχή για να γεμίσουν κάποιο κενό, αλλά επειδή φοβούνται την εισβολή, την εκμετάλλευση και την απόρριψη. Όταν αυτά τα άγχη δεν διεγείρονται, τείνουν να είναι πραγματικά θερμοί και φροντιστικοί.
Η αναζήτηση της προσοχής έχει το ασυνείδητο νόημα να εξασφαλίσουν ότι είναι αποδεκτοί – ειδικότερα ότι το έμφυλο σώμα τους εκτιμάται, σε αντίθεση με τις παιδικές τους εμπειρίες.
Οι υστερικοί άνθρωποι τείνουν να αισθάνονται ασυνείδητα ευνουχισμένοι. Οπότε, η τάση τους προς την επιδειξιομανία είναι αντικαταθλιπτική.
Σε σχέση με το ρηχό «συναίσθημα», που σχετίζεται με την υστερία, είναι αλήθεια ότι όταν οι υστερικοί χαρακτήρες εκφράζουν συναισθήματα, υπάρχει συχνά μια υπερβολή, μια δραματοποιημένη, μη αυθεντική ποιότητα σε αυτό που λένε.
Η επιπολαιότητα και η προσποίησή τους προέρχονται από την έντονη ανησυχία τους για το τι θα συμβεί αν τολμήσουν να εκφραστούν σε κάποιον που θεωρούν ισχυρό.
Έχοντας «βρεφοποιηθεί» και υποτιμηθεί, δεν αναμένουν την προσοχή με σεβασμό στα πραγματικά τους συναισθήματα. Έτσι, τα μεγεθύνουν για να ξεπεράσουν το άγχος τους και να πείσουν τον εαυτό τους και τους άλλους ότι έχουν δικαίωμα στην αυτοέκφραση.
Κάτω από τα υπερβολικά συναισθήματα κρύβονται πραγματικά συναισθήματα, βουτηγμένα σε σύγκρουση.
Σύμφωνα με τον γνωστό ψυχίατρο R.D. Laing (1962) “Υστερικός είναι κάποιος που περνάει τη ζωή του προσποιούμενος ότι είναι αυτός που πραγματικά είναι.”
Το δίλημμα του υστερικού είναι η τραγική αδυναμία να πείσει τους άλλους για την αυθεντικότητα των δικών του υποκειμενικών εμπειριών.
Σε μια θεραπευτική ατμόσφαιρα σεβασμού, ο υστερικός χαρακτήρας θα αισθανθεί τελικά ότι ακούγεται αρκετά ώστε να μπορεί να περιγράψει τον θυμό και άλλα συναισθήματα με αξιόπιστο, άμεσο τρόπο και να ενισχύσει το αντιδραστικό, κραυγαλαίο του στυλ με ένα πιό δυναμικό, ενεργητικό και στοχαστικό.
Όροι και Προϋποθέσεις Αναδημοσίευσης Περιεχομένου
Συγγραφέας άρθρου: Παναγιώτα Δ. Κυπραίου Ψυχολόγος Υγείας (MSc) - Σωματική & Gestalt Ψυχοθεραπεύτρια (ECP) - Επόπτρια Σωματικής Ψυχοθεραπείας - Συντονίστρια Σχολών Γονέων https://www.psychotherapeia.net.gr
Πηγές
Johnson, S.M. (2024) Character styles. S.l.: W W NORTON.
Johnson, S.M. (1985) Characterological Transformation: The hard work miracle. Norton.
Lowen, A. (2000) Bioenergetics. Phoenix, AZ: The Foundation.
Lowen, A. (2012) Language of the body. Alexander Lowen Foundation.
McWilliams, N. (2012) Ψυχαναλυτική Διάγνωση: Η Κατανόηση της Δομής της Προσωπικότητας στα Πλαίσια της Κλινικής Διαδικασίας. Ινστιτούτο Ψυχολογίας Και Υγείας.
Pierrakos, J.C. (2005) Core energetics: Developing the capacity to love and heal. Mendocino, Calif: Core Evolution Pub.
Reich, W. (1981) Η ανάλυση του χαρακτήρα. Αθήνα: Καστανιώτης.
[1] Η συγκεκριμένη τυπολογία των χαρακτήρων υπάρχει στα πλαίσια της Ανάλυσης του Χαρακτήρα της Ραϊχικής Σωματικής Ψυχοθεραπείας.