Η ζωή είναι είναι από τη φύση της τραυματική. Τα τραύματα κάθε ανθρώπου μπορεί να είναι μεγάλα, προερχόμενα από απειλητικά για τη ζωή γεγονότα και ασθένειες ή μικρότερα, από δυσάρεστες εμπειρίες ζωής.
Ας δούμε ένα παράδειγμα. Την πρώτη μέρα της πρώτης τάξης στο σχολείο όλα τα κορίτσια έπρεπε να φοράμε μπλέ ποδιά με λευκό κολαριστό γιακά και λευκή κορδέλα στα μαλλιά. Όταν έφτασα στο σχολείο, όλες οι μαθήτριες είχαν τη σωστή εμφάνιση εκτός από μένα, καθώς η ποδιά μου δεν είχε το λευκό γιακά, ούτε φορούσα κορδέλα στα αγορίστικα μαλλιά μου. Ήμουν διαφορετική. Με κοίταζαν περίεργα, με κουτσομπόλευαν, δεν έπαιζαν μαζί μου, ούτε κάθονταν δίπλα μου. Ένιωθα ότι η ζωή μου είχε τελειώσει. Ήταν η πρώτη μέρα στο σχολείο και ήμουν κοινωνικά αποκλεισμένη. Έκλαιγα και ένιωθα απελπισμένη. Στο τέλος της ημέρας, η μητέρα μου είπε ότι όλα θα πήγαιναν καλά, καθώς την επόμενη μέρα ο γιακάς μου και η κορδέλα θα ήταν στη θέση τους. Είχε δίκιο. Την επόμενη μέρα πήγα στο σχολείο φορώντας το λευκό γιακά και την κορδέλα και όλα ήταν καλά: είχα ενταχθεί ξανά στο σύνολο. Αλλά καθώς πηγαίναμε στο σχολείο την επόμενη μέρα, και για λίγο καιρό μετά, το στομάχι μου ήταν κόμπος. Τώρα φαίνεται ανόητο, αλλά τότε ήταν τόσο μεγάλο ό,σο ένα απειλητικό για τη ζωή γεγονός.
Μερικές φορές βιώνουμε δυσάρεστα γεγονότα στη ζωή για τα οποία δεν είμαστε προετοιμασμένοι συναισθηματικά και αναπτυξιακά. Άλλες φορές μπορεί να έχουμε ικανότητες διαχείρισης, αλλά το γεγονός μπορεί να είναι πολύ μεγάλο για μας. Αλλες πάλι φορές, μπορεί να έχουμε τις δεξιότητες και ένα υποστηρικτικό δίκτυο να μας βοηθήσουν, αλλά το γεγονός παραμένει πολύ μεγάλο για να το διαχειριστούμε - ακόμη και με όλες αυτές τις δεξιότητες και την υποστήριξη. Σε τέτοιες στιγμές, ως παιδιά, μας δίνεται ένα «δώρο» - η ικανότητα να «παγώσουμε» την εμπειρία πίσω από ένα συναισθηματικό «τείχος». Επειδή αυτό μπορεί να είναι αποτελεσματικό, την επόμενη φορά που θα προκύψει κάτι που είναι πολύ μεγάλο, υποσυνείδητα πιστεύουμε, «Αφού λειτούργησε άλλοτε, ίσως να λειτουργήσει ξανά.» Και όντως λειτουργεί. Έτσι πλέον έχουμε αποκτήσει έναν νέο μηχανισμό διαχείρισης.
Δυστυχώς, όλο το «υλικό» (τα βιώματα) που βάζουμε πίσω από τον «τοίχο», φτιάχνουν μικρά τερατάκια και εμείς συνεχίζουμε να τα «ταΐζουμε» με περισσότερα βιώματα. Ως αποτέλεσμα αυτού, πρέπει να βάλουμε όλο και περισσότερη ενέργεια για να διατηρήσουμε τον τοίχο μακρύ και ψηλό, παχύ και δυνατό. Η ενέργεια που διοχετεύεται στο να διατηρηθεί το τείχος μακρύ και ψηλό, παχύ και δυνατό, δεν είναι διαθέσιμη για τις σχέσεις μας στο παρόν, οπότε αυτές υποφέρουν.
Με την πάροδο του χρόνου, η πίεση του «υλικού» συσσωρεύεται πίσω από τον τοίχο και αρχίζει να διαρρέει, όπως το νερό διαρρέει από ρωγμή σ’ ένα φράγμα. Σχηματίζονται περισσότερες διαρροές και δεν έχουμε αρκετά δάχτυλα για να τις μπλοκάρουμε όλες, οπότε το συναίσθημα βγαίνει έξω με οποιονδήποτε τρόπο μπορεί και συχνά σε απρόβλεπτες στιγμές και με ανεπιθύμητους τρόπους. Για παράδειγμα, ένα γενικά ήρεμο και ανεκτικό άτομο, σε ανύποπτη στιγμή, που σε μια συζήτηση τον διακόπτει ο συνομιλητής του, εκρήγνυται και ξεσπάει σα να τον πάτησε αυτοκίνητο. Προφανώς δεν είναι η συγκεκριμένη περίσταση η αιτία αλλά η αφορμή για να διαρρεύσει υλικό από τον «τοίχο».
Ένας άλλος τρόπος να το δούμε είναι να ξεκινήσουμε από τη γέννησή μας. Λίγο πριν γεννηθούμε, βρισκόμαστε σ’ αυτόν τον άνετο, αν και κάπως περιορισμένο χώρο. Εάν θέλουμε να τεντωθούμε, σκουντάμε ένα συκώτι ή έναν νεφρό, αλλά εκτός αυτού, δεν υπάρχει τίποτα για ν’ ανησυχούμε. Τα φώτα και οι ήχοι είναι σε σίγαση. Δεν ανησυχούμε για το αν είμαστε πολύ ζεστοί ή πολύ κρύοι, πεινασμένοι ή διψασμένοι, υγροί ή στεγνοί. Ολα είναι καλά. Και μετά ξαφνικά, βρισκόμαστε αναποδογυρισμένοι, στριμωγμένοι μέσα σ’ ένα μικρό σωλήνα. Κάποιος μας τραβάει το κεφάλι προς τα έξω, κολλάει κάτι πάνω στη μύτη μας, μας χτυπάει και μας πιέζει με βελόνες. Μόλις φτάσαμε στον έξω κόσμο και μάθαμε πράγματα όπως: «Ο κόσμος δεν είναι ασφαλές μέρος.» «Δεν μπορώ να εμπιστευτώ τους ανθρώπους.» και «Πρέπει να είμαι αρκετά αντιπαθητικός, αλλιώς δεν θα μου φέρονταν έτσι!»
Μετά από λίγο, παίρνουμε έναν υπνάκο. Πέφτει ένα βαρύ αντικείμενο στο πάτωμα και ο θόρυβος μας πετάει απ’ τον ύπνο. Ανοίγουμε τα μάτια μας και αντικρύζουμε έντονο φως, θόρυβο και έναν πολύ μεγάλο χώρο. Κλαίμε. Κλαίμε ακόμα περισσότερο. Τσιρίζουμε! Τελικά, κάποιος έρχεται. Βρισκόμαστε στον κόσμο μόνο δέκα λεπτά και το μισό απ’ αυτό το χρόνο έχουμε «κακοποιηθεί» και «βασανιστεί» ενώ το άλλο μισό έχουμε «εγκαταληφθεί» και «παραμεληθεί». Οπότε πραγματικά πιστεύουμε ότι «Ο κόσμος δεν είναι ένα ασφαλές μέρος», «Δεν μπορώ να εμπιστευτώ τους ανθρώπους.» και «Πρέπει να είμαι αρκετά αντιπαθητικός, αλλιώς δεν θα μου φέρονταν έτσι!»
Αυτή είναι η απαρχή του bulling προς τον εαυτό μας: η επικριτική φωνή που ψιθυρίζει στ’ αυτί μας ένα σωρό άσχημα και ανυπόστατα πράγματα όπως «Είσαι ηλίθιος. Ποιος θα ήθελε να είναι μαζί σου; Δεν αξίζεις καλά πράγματα.» Αν και η η αρχική παρόρμηση του αναπτυσσόμενου ατόμου είναι «Μπορείς να το κάνεις! Δοκίμασέ το!», σε καιρούς ευαλωτότητας, έχουμε την τάση να ακούμε αυτή την επικριτική φωνή.
Τώρα έχει ξεκινήσει μέσα μας ένα σύστημα πεποιθήσεων. Όταν πιστεύεις κάτι ως αληθινό, ψάχνεις για αποδείξεις ότι δεν ισχύει; Φυσικά και όχι! Ψάχνεις αποδείξεις ότι αυτό που πιστεύεις είναι αλήθεια. Όταν ψάχνεις κάτι αρκετά έντονα, μπορεί τελικά να το βρεις; Σίγουρα μπορείς! Και έτσι κάνουμε... και η λίστα μεγάλων Τραυμάτων και μικρών τραυμάτων χτίζεται και χτίζεται...
10ο
9ο
8ο
7ο
6ο
5ο
4ο
3ο
2ο
1ο
έως ότου βρεθούμε στην αγορά για ψώνια όπου βλέπουμε την καλύτερη μας φίλη στον απέναντι δρόμο. Της κάνουμε νοήματα, της φωνάζουμε, εκείνη έχει το βλέμμα της προς τη μεριά μας αλλά γυρίζει να κοιτάξει μια βιτρίνα. Τώρα οι επικριτικές φωνές κάνουν πάρτυ, ψιθυρίζοντας αηδίες στο αυτί μας και πιθανότατα τις ακούμε, αλλά στην πραγματικότητα, αυτό που έγινε δεν έχει καμία σχέση με μας. Τα σκυλιά γαβγίζουν, τα παιδιά φωνάζουν, υπάρχει δυνατή μουσική και γι’ αυτό η φίλη μας δεν μπορούσε να μας ακούσει. Στεκόμαστε πίσω από κάποιον που είναι πολύ ψηλότερός μας και έτσι η φίλη δεν μπορούσε να μας δει. Και η κοπέλα που ήταν μαζί της της είπε, «Κοίτα αυτό το δαχτυλίδι (στη βιτρίνα του καταστήματος)!» Δεν ήξερε καν ότι εμείς είμασταν εκεί! Ωστόσο, βλέποντάς την να γυρίζει την πλάτη της σε μας, πυροδότισε όλα τα παρόμοια προηγούμενά μας βιώματα. Σας φαίνεται κάπως οικείο αυτό;
Με το EMDR, μπορούμε να επεξεργαστούμε αυτό το «υλικό» που βρίσκεται πίσω από τον «τοίχο» και να απαλλαγούμε από την αναστάτωση που εν δυνάμει μας προκαλεί. Μπορούμε να «βγάλουμε έξω» το πιο πρόσφατο, το μεγαλύτερο ή το πιο παλιό βίωμα. Δεν έχει ιδιαίτερη σημασία ποιό θα βγάλουμε πρώτο, γιατί όλα συνδέονται μεταξύ τους με δυσλειτουργικό τρόπο. Ωστόσο, αν βγάλουμε το πιο παλιό (το 1ο), μετά το 2ο, το 3ο κοκ, τι θα συνέβαινε, αν μιλούσαμε για ένα ψηλό κτίριο, εφόσον αφαιρούσαμε τους πρώτους ορόφους; Το κτίριο φυσικά θα κατέρρεε, και αυτό είναι πολύ πιθανό να συμβεί στις «επικριτικές φωνές» αν φέρουμε στο φως τα πρώιμα βιώματα, τις πρώτες αναμνήσεις πάνω στις οποίες χτίστηκαν εξαρχής.
Ένας άλλος τρόπος να το δούμε είναι ότι αυτές οι άσχημες αναμνήσεις εμπόδισαν το σχηματισμό μιας σταθερής βάσης και το κτίριο έγινε «ασταθές». Με το EMDR, μπορούμε να μπούμε στο κτίριο και να κάνουμε τη δουλειά που χρειάζεται γαι να διαμορφωθεί ένα ισχυρό, σταθερό θεμέλιο όπως απαιτείται για μια υγιή, ευτυχισμένη ζωή.
Η σύγχρονη επιστήμη έχει αποκαλύψει ότι οι δυσάρεστες αναμνήσεις αποθηκεύονται σε αυτό που ονομάζουμε «Μνήμη εξαρτώμενη από την κατάσταση» (State-dependent memory). Αυτό σημαίνει ότι μαζί με την ανάμνηση της εμπειρίας, αποθηκεύονται όλες εικόνες, οι ήχοι, οι γεύσεις, οι υφές, οι μυρωδιές, οι σκέψεις, οι πεποιθήσεις, η χημεία του σώματος, το συναίσθημα κ.λπ. που σχετίζονται μ’ αυτήν.
Με το EMDR, αποκτούμε πρόσβαση σ’ αυτές τις «παγωμένες», λάθος αρχειοθετημένες αναμνήσεις, τις επεξεργαζόμαστε ξανά σε ένα ασφαλές πλαίσιο και στη συνέχεια το παρελθόν γίνεται πραγματικά παρελθόν, επιτρέποντάς μας να συνειδητοποιήσουμε ότι «αυτό συνέβη τότε» και «αυτό συμβαίνει τώρα» με ένα νέο τρόπο. Είναι κάπως σα να ανασυγκροτούμε το σκληρό δίσκο ενός υπολογιστή.
Καθώς περνάμε μέσα από τη διαδικασία EMDR, είναι σύνηθες να βιώνουμε εικόνες, σωματικές αισθήσεις όπως ήχους, γεύσεις, αισθήσεις του δέρματος ή του σώματος και / ή συναισθήματα που φαίνεται να ξεπροβάλλουν από το πουθενά. Είναι μέρος της διαδικασίας. Είναι σα να ταξιδεύεις με το τραίνο και κοιτάζεις από το παράθυρο το τοπίο. Το τραυματικό υλικό είναι όπως το τοπίο έξω από το παράθυρο που επιταχύνεται και, ενώ μπορείς να το δεις και να το περιγράψεις, δεν είσαι πραγματικά έξω συμμετέχοντας σ’ αυτό. Έτσι και κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας EMDR, είσαι σε θέση να σκεφτείς και να περιγράψεις την τραυματική σου εμπειρία χωρίς να την ξαναζήσεις. Χρειάζεται απλά να παρατηρείς το «τοπίο».
Για κάποιους, η διαδικασία μπορεί να μοιάζει σα να διασχίζεις μια μακριά σκοτεινή σήραγγα και δεν σου αρέσει. Μπορείς να μπεις στο αυτοκίνητο, να προχωρήσεις 10 μέτρα, να σταματήσεις, να βγεις έξω, να κοιτάξεις γύρω, να επιστρέψεις στο αυτοκίνητο, να βάλεις μπροστά, να προχωρήσεις άλλα 10 μέτρα, να σταματήσεις πάλι, να βγεις έξω, να κοιτάξεις γύρω κ.λπ. και έτσι θα σου πάρει πολλές μέρες να διασχίσεις τη σήραγγα. Ή, μπορείς να πεις, «Πραγματικά δεν μου αρέσει καθόλου αυτό!», να σηκώσεις τα μανίκια και να «γκαζώσεις». Θα περάσεις από τη σήραγγα πριν το καταλάβεις και θα μπορείς να κοιτάξεις πίσω και να παρατηρήσεις τα γκράφιτι στους τοίχους, τα ξερόχορτα ή οτιδήποτε άλλο υπάρχει στη σήραγγα - εάν επιλέξεις να το κάνεις αυτό - και δεν θα σ’ ενοχλεί πλέον όπως πριν.
Με την επεξεργασία EMDR, δημιουργούμε νέες συνδέσεις στον εγκέφαλο. Ανάμεσα στις συνεδρίες, ο εγκέφαλος εξακολουθεί να χρησιμοποιεί αυτές τις νέες συνδέσεις, οπότε η επεξεργασία συνεχίζεται, αν και όχι με την ίδια ταχύτητα όπως συμβαίνει μέσα στη συνεδρία.
Μετά τη συνεδρία, είναι σκόπιμο να παρατηρείς καθετί που αναδύεται - σκέψεις, συναισθήματα, αισθήσεις σώματος - και οτιδήποτε πυροδοτεί κάτι μέσα σου - και να το καταγράφεις. Στη συνέχεια μπορείς να το να αφήνεις να «σβήσει» και να πηγαίνεις στον «Ασφαλή Τόπο» και/ή να χρησιμοποιείς το «Θησαυροφυλάκιο». Αυτές οι παρατηρήσεις χρησιμοποιούνται μέσα στη συνεδρία για να παρακολουθήσουμε την εξέλιξη της επεξεργασίας και να εντοπίσουμε τυχόν νέους στόχους για επανεπεξεργασία.
Επίσης, επειδή μπορεί να «ανοιχθούν» πολλά «παγωμένα» πράγματα, μετά από μια συνεδρία EMDR, κάποιοι άνθρωποι μπορεί να νιώθουν κούραση ή και αδιαθεσία για μερικές ώρες ή μέρες. Αυτό συμβαίνει επειδή καθώς γίνεται επανεπεξεργασία των «παγωμένων» συναισθημάτων, η χημική διαδικασία που σχετίζεται με αυτό, πλημμυρίζει το σώμα και παράγει τοξικά υποπροϊόντα που χρειάζεται να αποβληθούν από τον οργανισμό. Γι’ αυτό κάποιες φορές εμφανίζεται διάρροια, δυσοσμία των σωματικών εκκρίσεων κοκ.
Όροι και Προϋποθέσεις Αναδημοσίευσης Περιεχομένου
Συγγραφέας άρθρου: Παναγιώτα Δ. Κυπραίου MSc Ψυχολογία Υγείας, MBPsS - Σωματική & Gestalt Ψυχοθεραπεύτρια (ECP) - Επόπτρια Σωματικής Ψυχοθεραπείας - Συντονίστρια Σχολών Γονέων https://www.psychotherapeia.net.gr