Τι είναι το Brainspotting;
Το Brainspotting είναι μια σχετικά νέα μορφή θεραπείας που αξιοποιεί την έμφυτη θεραπευτική ικανότητα του σώματος για να απαλυνθεί η επίδραση άλυτων τραυμάτων, αρνητικών πεποιθήσεων και συναισθηματικής δυσφορίας. Αυτό επιτυγχάνεται χρησιμοποιώντας έναν συνδυασμό συγκεκριμένης τοποθέτησης των ματιών και διεστιακής (αµφίπλευρης) ακουστικής διέγερσης.
Αναπτύχθηκε από τον David Grand πριν από μια δεκαετία και βασίζεται στην ιδέα πως ό, τι συμβαίνει στο εσωτερικό του εγκεφάλου μας είναι άμεσα συνδεδεμένο με το πού εστιάζουμε το βλέμμα μας: «το που κοιτάζεις επηρεάζει το πώς αισθάνεσαι» (David Grand).
Ο David Grand ανακάλυψε ότι υπάρχει μια πολύ συγκεκριμένη και στενή σχέση ανάμεσα στον εγκέφαλό μας και τα μάτια μας. Κάθε φορά που σαρώνουμε οπτικά το περιβάλλον μας για πληροφορίες, σαρώνουμε επίσης και τον εγκέφαλό μας για τις σκέψεις, τις ιδέες και τις συναισθηματικές μας αντιδράσεις. Μπορεί επίσης να σαρώνουμε τον εγκέφαλό μας για να βρούμε πού είναι αποθηκευμένες, καταπιεσμένες μνήμες και συναισθήματα που σχετίζονται με κάτι τραυματικό ή οδυνηρό στο παρελθόν μας.
Οι ειδικοί στον τομέα της τραυματοθεραπείας πιστεύουν ότι όταν κατακλυζόμαστε από κάτι τραυματικό ή πολύ οδυνηρό, το συναισθηματικό «φορτίο» ή ανάμνηση από αυτό το περιστατικό αποθηκεύεται ή παγιδεύεται στο σώμα μας. Συχνά δεν γνωρίζουμε καν ότι έχει συμβεί αυτό, ωστόσο ο εγκέφαλός μας αλλάζει εξαιτίας αυτού, προκαλώντας προβλήματα σε όλα τα επίπεδα – συναισθηματικά, διανοητικά και σωματικά.
Το Brainspotting έχει σχεδιαστεί για να ανακαλύψουμε, να ξεκλειδώσουμε και τελικά να απελευθερώσουμε αυτή την παγιδευμένη ενέργεια έτσι ώστε να μην προκαλεί πλέον προβλήματα στη ζωή μας.
Οι στόχοι του Brainspotting
Ένας από τους πρωταρχικούς στόχους του Brainspotting είναι η απευαισθητοποίηση δηλαδή, να βοηθήσει το θεραπευόμενο να μην έχει πλέον υπερβολικές αντιδράσεις συναισθηματικά ή σωματικά, όταν πυροδοτείται από υπενθυμητές (triggers) του τραύματος. Για παράδειγμα, οι βετεράνοι που πάσχουν από Διαταραχή μετατραυματικού στρες (PTSD) προερχόμενη από τη φρίκη του πολέμου, συχνά αντιδρούν παράλογα σε δυνατούς θορύβους, ιδιαίτερα οτιδήποτε μοιάζει με τον ήχο του πυροβολισμού ή μιας έκρηξης, όπως η ανάφλεξη του αυτοκινήτου ή ένα μπαλόνι που σκάει.
Καθοριστικό επίσης είναι να προσδιοριστεί η αιτιολογία αυτών των υπερβολικών αντιδράσεων που σε πολλές περιπτώσεις αφορά ένα τραυματικό γεγονός του παρελθόντος. Ο θεραπευόμενος μπορεί να μην θυμάται καν αυτή την τραυματική εμπειρία επειδή την έχει απωθήσει ή να την θυμάται αλλά να μην την έχει συνδέσει ποτέ με τις αντιδράσεις και τα τρέχοντα συμπτώματά του. Σε πολλά άτομα, η σύνδεση δεν υπάρχει επειδή ποτέ δεν σκέφτηκαν το εν λόγω γεγονός ως «τραυματικό» παρόλο που άφησε μια βαθιά πληγή στην ψυχή τους που ποτέ δεν επουλώθηκε.
Συχνά, ο αντίκτυπος του ανεπίλυτου τραύματος εκδηλώνεται τουλάχιστον εν μέρει, με τη μορφή αρνητικών ή περιοριστικών πεποιθήσεων για τον εαυτό μας, οι οποίες πρέπει επίσης να προσδιοριστούν. Για παράδειγμα, εάν ένα άτομο έχει κακοποιηθεί (σωματικά ή σεξουαλικά) ή έχει βιώσει κάποια μορφή εγκατάλειψης νωρίς στη ζωή του, μπορεί να έχει υιοθετήσει την πεποίθηση ότι «δεν αξίζει» και δεν δικαιούται θετικά πράγματα όπως η αγάπη, ο σεβασμός ή την επιτυχία. Φυσικά μια τέτοια βαθιά ριζωμένη αρνητική πεποίθηση για τον εαυτό θα επιβαρύνει αναπόφευκτα έναν ή περισσότερους σημαντικούς τομείς της ζωής του - τις σχέσεις, την ακαδημαϊκή επίδοση, την καριέρα, κλπ.
Τελικά το Brainspotting επιδιώκει ουσιαστικά να γίνει «εκ νέου επεξεργασία» και «επαναρύθμιση» του εγκεφάλου αναφορικά με το παρελθόν και να απελευθερωθεί η οδυνηρή ή τραυματική ανάμνηση που έχει καταπιεστεί για τόσο πολύ καιρό. Αυτή η απελευθέρωση επιτρέπει στα ενοχλητικά συμπτώματα να υποχωρήσουν και μας δίνει τη δυνατότητα να προχωρήσουμε στη ζωή μας χωρίς να εμποδιζόμαστε από το παρελθόν.
Πως δουλεύει το Brainspotting – Η φιλοσοφία του
Ο όρος brainspot αναφέρεται στο σημείο εστίασης των ματιών, τη θέση των ματιών που σχετίζεται με την περιοχή του εγκεφάλου που «κρατά» την τραυματική ανάμνηση. Αυτή είναι η πηγή των αρνητικών συναισθημάτων, το μέρος όπου το τραύμα παγιδεύτηκε.
Μερικές φορές ένα brainspot εντοπίζεται όταν στο συγκεκριμένο σημείο εστίασης των ματιών o θεραπευόμενος παρατηρεί μια αύξηση της δυσφορίας του. Ή μπορεί να το εντοπίζει ο θεραπευτής παρατηρώντας μια αντανακλαστική αντίδραση στα μάτια ή στο σώμα του θεραπευόμενου, όπως μια σύσπαση, μια ξαφνική αλλαγή στην αναπνοή του, ένα χασμουρητό ή μια αλλαγή στην έκφραση του. Η αντανακλαστική αντίδραση επιτρέπει στο θεραπευτή να αναγνωρίζει ότι έχει εντοπιστεί ένα Brainspot. Μπορεί να έχουμε αρκετά brainspots.
Όταν εντοπίσουμε ένα brainspot, μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε για να επεξεργαστούμε την τραυματική εμπειρία που σχετίζεται με αυτό. Ο θεραπευτής χρησιμοποιεί έναν δείκτη στραμμένο προς ένα συγκεκριμένο σημείο στο χώρο που σχετίζεται με το brainspot του θεραπευόμενου και του ζητά να εστιάσει σε αυτό το σημείο ενώ ταυτόχρονα επικεντρώνεται σε αυτό που του προκαλεί συναισθηματική δυσφορία. Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας συχνά παρέχονται επίσης διεστιακά ακουστικά ερεθίσματα στο θεραπευόμενο (ρυθµικός ήχος μια στο ένα αυτί και μια στο άλλο).
Συνήθως το brainspot συσχετίζεται με οδυνηρά συναισθήματα. Ωστόσο πολλές φορές ο θεραπευτής χρησιμοποιεί ένα resource brainspot (brainspot εσωτερικών πόρων) που συσχετίζεται με μια αίσθηση στήριξης ή γείωσης, η οποία μπορεί να διευκολύνει την ένταση της επεξεργασίας, αν χρειαστεί.
Στο Brainspotting, μέρος της δουλειάς του θεραπευτή είναι η συνήχηση με το θεραπευόμενο – η επικέντρωση του θεραπευτή στον εαυτό του και στο θεραπευόμενο ταυτόχρονα – αφού εντοπιστεί το brainspot. Μαζί, παρατηρούν και επεξεργάζονται το τραύμα που έχει παγιδευτεί μέσα στο θεραπευόμενο για τόσο πολύ καιρό. Καθώς απελευθερώνεται το τραύμα, αρχίζει αμέσως να γίνεται αποκατάσταση μέσα στο ασυνείδητο. Αυτό θα οδηγήσει σταδιακά σε μια βαθιά αίσθηση ανακούφισης, καθώς συνεχίζεται η επεξεργασία.
Που χρησιμοποιείται το Brainspotting;
Το Brainspotting μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με άλλες ψυχοθεραπευτικές μεθόδους για την επεξεργασία συναισθηματικά επώδυνων και τραυματικών εμπειριών, τη διαχείριση φοβιών, ψυχοσωματικών δυσλειτουργιών, χρόνιων πόνων αλλά και για τη δημιουργία και ενίσχυση εσωτερικών πόρων (resources) στο θεραπευόμενο.
Είναι επίσης πολύ αποτελεσματικό στη βελτίωση της απόδοσης των αθλητών, ηθοποιών, μουσικών, φοιτητών, δημόσιων ομιλητών κλπ.
Συγγραφέας άρθρου: Παναγιώτα Δ. Κυπραίου MSc Ψυχολογία Υγείας, MBPsS - Σωματική & Gestalt Ψυχοθεραπεύτρια (ECP) - Επόπτρια Σωματικής Ψυχοθεραπείας - Συντονίστρια Σχολών Γονέων https://www.psychotherapeia.net.gr