Ψυχολόγος Υγείας (MSc)
Σωματική & Gestalt Ψυχοθεραπεύτρια (ECP)

Ψυχοθεραπεία εφήβων

Στην εφηβεία εμφανίζονται συχνά ψυχαναγκαστικές τάσεις, σαν άμυνα ενός αδύναμου Εγώ, το οποίο ενισχύεται επαναλαμβάνοντας τα ίδια πράγματα. Οι ψυχαναγκαστικές τελετουργίες προστατεύουν το άτομο από τον έντονο φόβο που έχει να εκφράσει κάποια απαγορευμένα συναισθήματα τα οποία πιστεύει ότι θα είναι καταστροφικά.

Τα παιδιά που εμφανίζουν τέτοιες καταστάσεις έχουν συνήθως έναν πατέρα αυστηρό ή απόντα και μια μητέρα υστερική.

Άλλο σοβαρό πρόβλημα του εφήβου είναι οι φοβίες, οι οποίες βασικά συνδέονται με στοματικές ανάγκες ή με το άγχος του ευνουχισμού που σχετίζεται με το οιδιπόδειο. Οπότε μόνο μια παλινδρόμηση στο παρελθόν, μέσω της μεταβίβασης, μπορεί να επιτρέψει την ανάπτυξη μιας διαφορετικής συμπεριφοράς.

Γενικά, οι φοβίες έχουν βάση στη στοματική φάση και είναι παλιότερες από τις ψυχαναγκαστικές νευρώσεις που έχουν βάση στην πρωκτική φάση. Στην περίπτωση που οι ψυχαναγκαστικές καταστάσεις είναι σχεδόν ψυχωτικές, οι ψυχαναγκαστικές ιδέες είναι άμυνα απέναντι στην απειλή καταστροφής του Εγώ που είναι πολύ αδύναμο και αν οι άμυνες αφαιρεθούν απότομα υπάρχει κίνδυνος να έχουμε μέχρι και αυτοκτονίες ή ψυχωσικά επεισόδια.

Η ψυχοθεραπεία του εφήβου είναι κάπως διαφορετική από του ενήλικα. Στον ενήλικα δεν επεμβαίνει ο θεραπευτής σε όλα τα πράγματα και σέβεται αυτό που θέλει και αποφασίζει, γιατί ως ενήλικας είναι σε θέση να κάνει κάποια πράγματα μόνος του. Αντίθετα, ο έφηβος δεν ξέρει ακόμα τι θέλει και ούτε έχει κάνει ακόμα ξεκάθαρες ταυτίσεις. Οι φιγούρες των γονέων του παίζουν ακόμα σημαντικό ρόλο γι’ αυτόν και έτσι ο θεραπευτής δεν έχει δικαίωμα να γίνει η φιγούρα που θα δεχτεί πάνω της όλη τη μεταβίβαση του εφήβου. Η ταύτιση και η μεταβίβαση πρέπει να γίνεται ακόμα με τους γονείς.

Η μόνη περίπτωση όπου ο θεραπευτής πρέπει να τραβήξει πάνω του όλη τη μεταβίβαση και την ταύτιση, είναι όταν οι γονείς δεν είναι συνεργάσιμοι ή δεν τους ενδιαφέρει καθόλου η ζωή του παιδιού τους. Σ’ αυτή την περίπτωση ο θεραπευτής πρέπει να γίνει η εικόνα με την οποία ο έφηβος θα ταυτιστεί και θα εξελιχτεί ως τα 18 του χρόνια, έχοντας μια κάποια προσωρινή ταυτότητα.

Πριν τη ψυχοθεραπεία βάθους είναι σκόπιμο να προηγείται μια ενδυνάμωση του Εγώ, για να μπορεί να υπάρξει ένα άμεσο αποτέλεσμα, πρακτικό, όπως η φοίτηση στο σχολείο ή η προσαρμογή στην εργασία. Η ψυχοθεραπευτής μπορεί να δώσει και κάποιες κατευθύνσεις στον έφηβο, όπως η επιλογή του σχολείου, η αλλαγή της παρέας κ.λ.π. Επίσης είναι απαραίτητο να γίνει προσπάθεια για να μειωθεί η ένταση των ενοχών του εφήβου.

Ο ψυχοθεραπευτής του εφήβου είναι καλό να παραμείνει ουδέτερος απέναντι στην κριτική που ασκεί ο έφηβος για τους γονείς του ή τους δασκάλους του, να μην την ενισχύει καθόλου και να εκτονώνει την ένταση που προκαλούν οι ενοχές με σωματικές ασκήσεις ή με ζωγραφική αλλά όχι με παραστατικό τρόπο γιατί τότε θα προκαλεί κριτική η οποία θα φέρει και πάλι ενοχές.

Η φιγούρα του θεραπευτή παίζει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της ψυχοθεραπείας του εφήβου, ο οποίος και στις πιο παθολογικές καταστάσεις, ζει τον θεραπευτή σαν ιδανικό του Εγώ, παρόλο που εξωτερικά μπορεί να τον απορρίπτει.

Η πρώτη επαφή με τον έφηβο είναι καθοριστική. Ο ψυχοθεραπευτής πρέπει να έχει διαθεσιμότητα και σταθερότητα και να είναι μια σταθερή φιγούρα. Μόνο έτσι ο έφηβος μπορεί να του φανερώσει όλα τα προβλήματά του ακόμα και όσα δεν είχε πει ποτέ πριν σε κανέναν.

Κάποιες φορές, ο έφηβος μπορεί να είναι αρνητικός και να μην δέχεται καμιά εισβολή στον κόσμο του. Ο θεραπευτής πρέπει να ξεπερνά αυτές τις δυσκολίες, κρατώντας μια συνεχή επαφή, για να μη γίνει κάποια φυγή ή αυτοκτονία. Αυτή η επαφή είναι βασική γιατί πείθει τον έφηβο ότι ο θεραπευτής του είναι με το μέρος του, χωρίς να μπλέκεται με τα συναισθήματα της οικογένειάς του.

Στην αρχή της θεραπείας, υπάρχει συνήθως αμηχανία, σιωπή, αναστολή. Ο θεραπευτής πρέπει να έχει υπομονή και να κάνει αυτό που του ζητά ο έφηβος.

Μέσα από την απλή συζήτηση, ο θεραπευτής αναφέρεται στις τάσεις, τα γούστα, τη ζωή κ.λ.π. και έτσι δημιουργεί μια σχέση με τον έφηβο και τον ξαναφέρνει σε επαφή με την πραγματικότητα. Γίνεται για τον έφηβο, ένας ενήλικας που του δίνει προσοχή, που μιλά στη γλώσσα του, που του συμπεριφέρεται διαφορετικά από τους άλλους ενήλικες. Έτσι απλά, ο θεραπευτής στη συνέχεια θα μιλήσει στον έφηβο για τις δυσκολίες που έχει στο σπίτι του και στο σχολείο και αργότερα θα αναφερθεί στις ενοχές για τη σεξουαλικότητά του και γενικά για τα προβλήματα των παρορμήσεων.

Στη διάρκεια τη θεραπείας, μέσα στη μεταβίβαση γίνονται αλλαγές. Ο έφηβος άλλες φορές θέλει μια πλήρη ένωση με το θεραπευτή και άλλες φορές θέλει να τον απομακρύνει γιατί τον φοβάται.

Οι θεραπευτές δεν αντικαθιστούν τους "κακούς" γονείς, με το να γίνουν αυτοί οι καλοί γονείς, αλλά γίνονται οι σταθερές εκείνες φιγούρες που δεν κατηγορούν και δεν τιμωρούν. Όσο προχωρά η θεραπεία, ο θεραπευτής σιγά σιγά δείχνει στον έφηβο τρόπους για σπουδές, για δουλειά κ.λ.π. Στη συνέχεια θα ερμηνεύσει τις τωρινές δυσκολίες με τους γονείς προσπαθώντας να τις συνδέσει με παλιές συγκρούσεις και συναισθήματα μίσους αλλά και αγάπης για τη μητέρα ή τον πατέρα. Έτσι μπαίνουμε στην αποενοχοποίηση.

Όροι και Προϋποθέσεις Αναδημοσίευσης Περιεχομένου

Συγγραφέας άρθρου: Παναγιώτα Δ. Κυπραίου MSc Ψυχολογία Υγείας, MBPsS - Σωματική & Gestalt Ψυχοθεραπεύτρια (ECP) - Επόπτρια Σωματικής Ψυχοθεραπείας - Συντονίστρια Σχολών Γονέων https://www.psychotherapeia.net.gr